Τι είναι;

 

Η πνευμονιοκοκκική νόσος είναι μια ομάδα νοσημάτων που προκαλούνται από το βακτήριο Streptococcus pneumoniae, γνωστό και ως στρεπτόκοκκος της πνευμονίας ή πνευμονιόκοκκος.

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, η πνευμονιοκοκκική νόσος είναι ένα από τα κυριότερα προβλήματα υγείας στον κόσμο.

Η λοίμωξη από τον πνευμονιόκοκκο αποτελεί μία από τις πιο κοινές αιτίες της πνευμονίας και συχνά ευθύνεται για τις δευτερεύουσες λοιμώξεις της γρίπης και του κοινού κρυολογήματος. Επιπλέον, μπορεί να προκαλέσει σοβαρές και επικίνδυνες για την υγεία ασθένειες, που χρήζουν νοσηλείας και μπορεί να είναι θανατηφόρες.

 

Πώς μεταδίδεται;

 

  • Οι λοιμώξεις από τον πνευμονιόκοκκο εκδηλώνονται πιο συχνά το χειμώνα και την αρχή της άνοιξης, δηλαδή την περίοδο όπου τα αναπνευστικά νοσήματα είναι σε έξαρση.
  • Το βακτήριο μεταφέρεται με τον αέρα και μέσω των μολυσμένων σταγονιδίων (βήχα, φτάρνισμα) καθώς και με την κοντινή επαφή με άτομα που έχουν ήδη μολυνθεί.
  • Ο πνευμονιόκοκκος μεταδίδεται επίσης και με την άμεση επαφή με τα σταγονίδια από υγιείς φορείς του μικροβίου.
    • Τυπικά βασική ομάδα που φέρει το μικρόβιο στην κοινότητα είναι τα παιδιά ως δύο ετών. Στην Ελλάδα, το 40-60% των παιδιών που πηγαίνουν σε παιδικό σταθμό είναι φορείς του μικροβίου.

 

Ποια είναι τα συμπτώματα;

 

Ο πνευμονιόκοκκος αποικίζει την περιοχή του ρινοφάρυγγα. Όταν ξεπεράσει τις πρώτες άμυνες του οργανισμού στο σημείο αυτό, τότε περνά στους κόλπους γύρω από τη μύτη, στο αυτί και στο κατώτερο αναπνευστικό.

Κατ’ επέκταση ο πνευμονιόκοκκος μπορεί να προσβάλλει το ανώτερο αναπνευστικό́ σύστημα, προκαλώντας οξεία μέση ωτίτιδα και παραρρινοκολπίτιδα και το κατώτερο αναπνευστικό́ σύστημα προκαλώντας πνευμονία και βρογχίτιδα.

Τα συμπτώματα της πνευμονιοκοκκικής νόσου είναι συνεπώς ποικίλα ανάλογα το σημείο της λοίμωξης. Χαρακτηριστικά:

  • Πνευμονιοκοκκική πνευμονία : Η περίοδος επώασης είναι σύντομη, περίπου 1-3 ημέρες, ενώ ξεκινά με απότομα με πυρετό και ρίγη. Άλλα συμπτώματα είναι βήχας (τυπικά παραγωγικός), συμφόρηση στο στήθος, δύσπνοια, ταχύπνοια, πονοκέφαλος και γενική αδιαθεσία.
  • Οξεία μέση ωτίτιδα: μέχρι την ηλικία του 1 έτους, υπολογίζεται ότι πάνω από το 60% των παιδιών έχουν ήδη ένα επεισόδιο μέσης ωτίτιδας. Τυπικά συμπτώματα είναι πόνος στο αυτί, πυρετός, αϋπνία, ευερεθιστότητα και μειωμένη ακοή. Σε μικρότερα παιδιά η ευερεθιστότητα εκφράζεται και με το συχνό τράβηγμα του αυτιού.

 

Επιπλοκές

 

Σε σοβαρότερες περιπτώσεις (γνωστές ως «διεισδυτικές λοιμώξεις»), η λοίμωξη μπορεί να προκαλέσει μηνιγγίτιδα (λοίμωξη των μηνίγγων που καλύπτουν τον εγκέφαλο και το νωτιαίο μυελό), βακτηριαιμία (λοίμωξη του αίματος) και  βακτηριαιμική πνευμονία (μεικτή λοίμωξη πνευμόνων και αίματος). Τυπικά:

  • Η μηνιγγίτιδα περιλαμβάνει συμπτώματα όπως πυρετό, έντονο πονοκέφαλο, ναυτία, εμέτους, δυσκαμψία αυχένα και φωτοφοβία. Ενδέχεται επίσης να εμφανισθεί σύγχυση, αποπροσανατολισμός και διαταραχή του επιπέδου συνείδησης.
  • Η βακτηριαιμία περιλαμβάνει συμπτώματα όπως υψηλό πυρετό με ή χωρίς επιπλοκές όπως πνευμονία, μηνιγγίτιδα, περικαρδίτιδα, περιτονίτιδα, οστεομυελίτιδα ή σηπτική αρθρίτιδα.

 

Ποια άτομα ανήκουν στις ομάδες υψηλού κινδύνου

  • Άτομα άνω των 65 ετών και παιδιά κάτω των 2 ετών
  • Άτομα με χρόνια καρδιοπάθεια, χρόνια πνευμονοπάθεια, χρόνια ηπατική νόσο, σακχαρώδη διαβήτη
  • Συστηματικοί καπνιστές
  • Αλκοολισμός
  • Άτομα με κοχλιακό εμφύτευμα
  • Άτομα με διαφυγή εγκεφαλονωτιαίου υγρού (ΕΝΥ)
  • Άτομα με ανατομική ασπληνία (συγγενής ή επίκτητη)
  • Άτομα με λειτουργική ασπληνία (δρεπανοκυτταρική νόσο ή άλλη αιμοσφαιρινοπάθεια)
  • Άτομα με χρόνια νεφρική ανεπάρκεια
  • Άτομα με συγγενή ή επίκτητη ανοσοανεπάρκεια
  • Άτομα με φαρμακευτική ή θεραπευτική ανοσοκαταστολή ( πχ. μακροχρόνια χρήση κορτικοστεροειδών, χρήση ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων, χημειοθεραπεία ή ακτινοβολίες)
  • Άτομα με λοίμωξη ΗΙV
  • Άτομα με κακοήθεις νεοπλασίες, νόσο Hodgkin, λευχαιμία, λέμφωμα, πολλαπλούν μυέλωμα
  • Άτομα με νεφρωσικό σύνδρομο
  • Άτομα με μεταμόσχευση οργάνου

Επιπλέον, επιρρεπή σε λοίμωξη είναι γενικά και άτομα με πρόσφατη πνευμονική ίωση (άρα ήδη χαμηλές άμυνες του ανοσοποιητικού συστήματος).

 

Θεραπεία

 

Η πνευμονιοκοκκική νόσος αντιμετωπίζεται με αντιβιοτικά. Τα τελευταία χρόνια ωστόσο σε παγκόσμιο επίπεδο παρατηρείται υψηλή ανοχή των βακτηρίων σε αυτά, γεγονός που επιτάσσει την πρόληψη της νόσου μέσω του εμβολιασμού.

Αντιπυρετικά, αναλγητικά και φάρμακα για τη διευκόλυνση της αναπνοής μπορούν να προταθούν για τον περιορισμό των λοιπών συμπτωμάτων. Συμπληρωματικά μέτρα η καλή διατροφή, η κατανάλωση πολλών υγρών και η ξεκούραση.

 

Πρόληψη

  • Υγιεινή των χεριών.
  • Χρήση μάσκας προσώπου.
  • Αποφυγή του συγχρωτισμού με άτομα που είναι άρρωστα.
  • Σύντομη παραμονή σε κλειστούς χώρους ( οι κλειστοί χώροι πρέπει να έχουν καλό εξαερισμό).
  • Ενίσχυση του ανοσοποιητικού συστήματος με σωστή διατροφή, άσκηση και επικουρική συμπλήρωση της διατροφής με τα κατάλληλα συμπληρώματα από το φαρμακείο.
  • Παραμονή στο σπίτι των ατόμων που νοσούν μέχρι τον πλήρη περιορισμό των συμπτωμάτων.

 

Προληπτικός Εμβολιασμός

 

  • Ο εμβολιασμός αποτελεί ένα αποτελεσματικό προληπτικό μέτρο για την προφύλαξη των ατόμων από τις πνευμονιοκοκκικές λοιμώξεις σε βαθμό έως και 70%.
  • Στην Ελλάδα κυκλοφορούν σήμερα δύο είδη εμβολίων έναντι του πνευμονιόκοκκου, το 13-δύναμο συζευγμένο (PCV13) και το 23-δύναμο πολυσακχαριδικό εμβόλιο (PPSV23 ).
  • Σύμφωνα με το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών Ενηλίκων, ο εμβολιασμός έναντι του πνευμονιόκοκκου συστήνεται έντονα σε άτομα που ανήκουν στις ομάδες κινδύνου που αναφέρονται παραπάνω.
  • Τα είδη των εμβολίων και ο τρόπος χορήγησης των εμβολίων αλλάζουν ανάλογα την ηλικία και τις ιατρικές ενδείξεις του κάθε ατόμου.
  • Ζητούμε τη συμβουλή του γιατρού ή του φαρμακοποιού μας για να μας κατευθύνουν ως προς το αν χρειάζεται να κάνουμε το εμβόλιο κατά του πνευμονιόκοκκου ή αν χρειάζεται κάποια επαναληπτική δόση (αν το έχουμε ήδη κάνει).