Φαρμακευτική αντιμετώπιση της αϋπνίας

Η φαρμακευτική θεραπεία της αϋπνίας συνήθως διακρίνεται σε δύο προσεγγίσεις :

  • αγωγή για την αντιμετώπιση της αϋπνίας ως σύμπτωμα
  • αγωγή με φάρμακα που στοχεύουν στην υποκείμενη διαταραχή (συνηθέστερα κατάθλιψη ή γενικευμένη αγχώδη διαταραχή)

Φάρμακα που συνήθως επιλέγονται σε περιπτώσεις αϋπνίας

  • Υπναγωγά φάρμακα (βενζοδιαζεπίνες και μη βενζοδιαζεπίνες) – τυπικά συνταγογραφούνται σε χαμηλές δόσεις και για σύντομο χρονικό διάστημα.

Οι βενζοδιαζεπίνες είναι φάρμακα με υπνωτική δράση και αγχολυτική επίδραση. Χωρίζονται σε βραχείας και μακράς δράσης. Τα μακράς δράσης επιλέγονται κυρίως ως αγχολυτικά. Τα βραχείας δράσης βοηθούν μόνο στον ύπνο, καθώς δίνουν μια ώθηση στον οργανισμό να κοιμηθεί αρχικά 4-5 ώρες. Με το πέρας της επίδρασης του φαρμάκου, ο οργανισμός συνεχίζει κανονικά τον κύκλο του ύπνου.

Μπορούν να προκαλέσουν υπνηλία (που διαρκεί και την επόμενη ημέρα) και μείωση των αντανακλαστικών, επηρεάζοντας την καθημερινότητα πχ. την οδήγηση, την αποδοτικότητα στην εργασία, τη λήψη αποφάσεων κ.ά.

Η μακροχρόνια χρήση τους (κυρίως των βραχείας διάρκειας) προκαλεί εξάρτηση και ανοχή. Από τη μία, το άτομο δεν θέλει να διακόψει τη χρήση τους καθώς αυτή συνδέεται με επίμονη αϋπνία και από την άλλη, με την πάροδο του χρόνου, χρειάζεται ολοένα και μεγαλύτερη δόση για την επίτευξη του ίδιου υπνωτικού αποτελέσματος.

Η μακροχρόνια χρήση καταστέλλει επίσης την ποιότητα του ύπνου και μπορεί να οδηγήσει σε έντονα όνειρα. Κατ’ επέκταση η διακοπή της χρήσης τους θα πρέπει να γίνεται σταδιακά ώστε να αποφευχθούν πιθανό σύνδρομο στέρησης ή επανεμφάνιση της αϋπνίας με μεγαλύτερη ένταση.

Οι μη βενζοδιαζεπίνες- νεότερα υπνωτικά με παρόμοια δράση με τις βενζοδιαζεπίνες αλλά με λιγότερο έντονες παρενέργειες λόγω της διαφορετικής δράσης τους. Συνήθως είναι βραχείας δράσης φάρμακα.

  • Αντιισταμινικά – Αντιψυχωτικά – Αντικαταθλιπτικά φάρμακα

Παρότι τα φάρμακα που ανήκουν σε αυτές τις θεραπευτικές κατηγορίες δεν έχουν την αϋπνία ως ένδειξη για τη χρήση τους, ορισμένα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την διευκόλυνση του ύπνου δεδομένου ότι έχουν ως συχνή παρενέργεια την υπνηλία.

Με αυτού του είδους τα φάρμακα δεν υπάρχει ο κίνδυνος της εξάρτησης και ανοχής όπως με τις βενζοδιαζεπίνες. Ωστόσο και σε αυτή την περίπτωση υπάρχουν παρενέργειες ανάλογα την αγωγή, με την υπνηλία κατά τη διάρκεια της ημέρας να είναι κοινή και για τις τρεις κατηγορίες φαρμάκων.

Επίσης, τα αντικαταθλιπτικά και αντιψυχωτικά φάρμακα τείνουν να είναι πιο αποτελεσματικά αν το άτομο έχει διαγνωσθεί με κάποια σχετική ψυχοσωματική διαταραχή (καθώς η θεραπεία θα στοχεύει στην αιτία του προβλήματος).

Σημαντικό!

  • Ο γιατρός θα καθορίσει το φάρμακο επιλογής, τη δοσολογία, τη συχνότητα και τη διάρκεια της αγωγής ανάλογα με τον ασθενή, το ιστορικό του και την αιτία της αϋπνίας. Κατά την επιλογή του φαρμάκου, ο γιατρός επίσης καλείται να ζυγίσει τα υπέρ και τα κατά του φαρμάκου, δηλαδή την ευεργετικότητά του σε σχέση με τις πιθανές παρενέργειες.
  • Τηρείστε τις οδηγίες που σας δίνει ο γιατρός και ο φαρμακοποιός σας για τη χρήση των φαρμάκων.
  • Ενημερώστε το γιατρό σας σε περίπτωση που δεν έχετε δει βελτίωση με την επιλεγμένη θεραπεία.
  • Μην χρησιμοποιείτε φάρμακα που έχουν συνταγογραφηθεί για άλλο άτομο. Μπορεί να μην τα χρειάζεστε ή να μην είναι η κατάλληλη επιλογή για εσάς.
  • Η χρήση των φαρμάκων δεν μπορεί να αντικαταστήσει τις σωστές συνήθειες για έναν υγιεινό ύπνο. Κυρίως σε περιπτώσεις χρόνιας αϋπνίας, απαραίτητος κρίνεται ο συνδυασμός των φαρμακευτικών και μη φαρμακευτικών προσεγγίσεων.