Κοκκύτης
Τι είναι;
Ο κοκκύτης αποτελεί συχνή λοίμωξη της παιδικής ηλικίας. Πρόκειται για μια οξεία μικροβιακή λοίμωξη του αναπνευστικού συστήματος και οφείλεται στο βακτήριο αιμόφιλο του κοκκύτη (Bordetella pertussis).
Πώς μεταδίδεται;
Η νόσος μεταδίδεται από τα σταγονίδια που μεταφέρονται μέσω του αέρα όταν ένα άτομο που νοσεί μιλά, βήχει ή φτερνίζεται ή μετά από άμεση επαφή με τις εκκρίσεις από το αναπνευστικό σύστημα του ατόμου που νοσεί.
Ποια είναι τα συμπτώματα;
Τα συμπτώματα διακρίνονται σε τρία στάδια:
- Πρόδρομο ή καταρροϊκό στάδιο που διαρκεί 1-2 εβδομάδες. Τα πρώτα συμπτώματα δείχνουν ότι το παιδί περνά ένα απλό κρυολόγημα, με καταρροή, μέτριο πυρετό και ήπιο ερεθιστικό ξηρό βήχα (κυρίως κατά τη διάρκεια της νύχτας).
- Το παροξυσμικό στάδιο διαρκεί 1-6 εβδομάδες. Στο διάστημα αυτό ο βήχας γίνεται βαθμιαία εντονότερος και παρουσιάζει παροξυσμούς. Οι παροξυσμοί του βήχα οφείλονται στη δυσκολία να αποβληθεί η κολλώδης βλέννα από τους πνεύμονες.
- Ο παροξυσμός περιλαμβάνει συχνά επεισόδια βήχα που διαδέχονται το ένα το άλλο με αυξανόμενη ένταση. Πιο συγκεκριμένα, ο παροξυσμικός βήχας χαρακτηρίζεται από απότομη εισπνοή αέρα που ακολουθείται με 5-10 προσπάθειες για βήχα. Αυτές οι προσπάθειες διακόπτονται με απότομη, βαθιά, ηχηρή εισπνοή (εισπνευστικός συριγμός).
- Στα μικρά παιδιά, κατά την αιχμή των παροξυσμών του βήχα μπορεί να προκληθεί παροδική άπνοια που οδηγεί σε κυάνωση.
- Πολλές φορές το επεισόδιο του παροξυσμικού βήχα ακολουθείται από εμετό μέχρι το παιδί να μπορέσει να αποβάλλει κάποιο κομμάτι βλέννας. Συνολικά το παιδί αισθάνεται εξαντλημένο.
- Το στάδιο της αποδρομής διαρκεί 2-3 εβδομάδες με τους παροξυσμούς να γίνονται ηπιότεροι και λιγότερο συχνοί μέχρι να υποχωρήσουν τελείως και το παιδί να αναρρώσει.
Η διάρκεια της τυπικής μορφής κοκκύτη είναι 6-10 βδομάδες.
Χρόνος επώασης
Ο χρόνος που χρειάζεται για να εκδηλώσει συμπτώματα ένα παιδί που μολύνθηκε με το βακτήριο είναι συνήθως 7-14 ημέρες, με εύρος 4-21 ημέρες (και σπανίως ως τις 42 ημέρες).
Μεταδοτικότητα και ανοσία
- Ο κοκκύτης έχει υψηλή μεταδοτικότητα (~ 80%) μεταξύ ατόμων που δεν έχουν εμβολιαστεί ή δεν έχουν νοσήσει στο παρελθόν και μένουν στον ίδιο χώρο.
- Η νόσος είναι πιο μεταδοτική κατά τη διάρκεια του καταρροϊκού σταδίου καθώς και κατά τις δυο πρώτες εβδομάδες από την έναρξη του βήχα (περίπου 21 ημέρες). Κάποια παιδιά ενδέχεται να είναι μεταδοτικά για μεγαλύτερη περίοδο.
- Τα νεογέννητα δεν έχουν επίκτητη ανοσία.
- Η ανοσία μετά από φυσική νόσηση είναι συνήθως μακροχρόνια, ενώ σε σπάνιες περιπτώσεις υπάρχουν αναφορές επαναπροσβολής.
- Αντίθετα η ανοσία μετά από τον εμβολιασμό εξασθενεί προοδευτικά (μετά την πάροδο 5 ετών). Κρούσματα μπορεί να εμφανιστούν σε κανονικά εμβολιασμένους εφήβους και ενήλικες, οι οποίοι συνήθως είναι η αιτία μετάδοσης της λοίμωξης σε ανεμβολίαστα βρέφη και παιδιά (πχ. μεγαλύτερο αδερφάκι ή ενήλικες της οικογένειας).
Επιπλοκές
Σε βρέφη έως 6μηνών που δεν έχουν ολοκληρώσει το βασικό πρόγραμμα εμβολιασμών, η συχνότερη επιπλοκή είναι η πνευμονία η οποία μπορεί να οφείλεται στον ίδιο μικροοργανισμό που προκάλεσε τον κοκκύτη είτε σε δευτερογενή μόλυνση από άλλο μικροοργανισμό. Επιπλέον, λόγω της πίεσης κατά τον παροξυσμό του βήχα μπορεί να εμφανιστούν για παράδειγμα αιμορραγίες από την μύτη ή μπορεί το παιδί να δαγκώσει τη γλώσσα του. Σε σπάνιες περιπτώσεις το παιδί μπορεί να εμφανίσει σπασμούς ή άλλα νευρολογικά συμπτώματα. Άλλες λιγότερο σοβαρές επιπλοκές του κοκκύτη περιλαμβάνουν μέση ωτίτιδα, ανορεξία και αφυδάτωση.
Πρόληψη
- Η πρόληψη του κοκκύτη γίνεται με τη διενέργεια συστηματικού εμβολιασμού. Το εμβόλιο χορηγείται είτε σε συνδυασμό με τα εμβόλια διφθερίτιδας και τετάνου ως τριπλό εμβόλιο, είτε σε πολυδύναμα εμβόλια κατά τον 2ο, 4ο, 6ο, 15ο-18ο μήνα ζωής και ακόμη στα 4-6 χρόνια.
- Τα τελευταία χρόνια κυκλοφορεί, επίσης, τριπλό εμβόλιο ως αναμνηστική δόση για εφήβους και ενήλικες.
- Το εμβόλιο περιλαμβάνεται στο Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών των παιδιών. Ζητήστε τη συμβουλή του παιδιάτρου σας.
- Γενικά, όπως για όλες τις λοιμώξεις, συστήνεται το καλό πλύσιμο των χεριών και η αποφυγή της επαφής με άτομα που νοσούν.
Θεραπεία
Χορηγούνται από το γιατρό αντιβιοτικά, τα οποία περιορίζουν την ένταση και τη διάρκεια των συμπτωμάτων (αν δοθούν στην αρχή της νόσου) ενώ μειώνουν τη μεταδοτικότητα. Ο γιατρός ενδέχεται επίσης να συστήσει τη χορήγηση φαρμάκου για την διευκόλυνση της αναπνοής του παιδιού και την αναρρόφηση της βλέννης. Αντίθετα, τα αντιβηχικά φάρμακα δεν καταπραΰνουν το βήχα για αυτό και δεν χρησιμοποιούνται.
Τι να κάνω;
- Πολλές ασθένειες του αναπνευστικού συστήματος μπορούν να εκδηλώνονται με έναν τέτοιο βήχα, συνεπώς πρέπει να απευθυνθείτε στον παιδίατρο.
- Κρατήστε το παιδί στο σπίτι. Διευκολύνετέ το όσο είναι στο κρεβάτι, βοηθώντας το να έχει το κεφάλι και το πάνω μέρος του κορμού του πιο ψηλά από το υπόλοιπο σώμα (πχ. με μαξιλάρια).
- Κατά τον παροξυσμικό βήχα το παιδί μπορεί να παρουσιάζει αρκετούς εμετούς. Για αυτό είναι καλό τρέφεται τακτικά με μικρά και ελαφριά γεύματα. Προτιμήστε χυμούς και άλλα υγρά.
- Παρακολουθήστε το παιδί για πιθανές επιπλοκές (πχ. υψηλό πυρετό, σπασμούς, αλλαγές στην αναπνοή) και ζητήστε άμεσα τη συμβουλή του γιατρού.
- Παιδιά που δεν έχουν κάνει όλες τις δόσεις του εμβολίου, πρέπει να ολοκληρώσουν τον εμβολιασμό με τα ελάχιστα δυνατά μεσοδιαστήματα.
- Συνίσταται ο εμβολιασμός εφήβων και ενηλίκων, που δεν έχουν εμβολιασθεί στο παρελθόν με το εμβόλιο αυτό, αν στο περιβάλλον τους βρίσκεται ανεμβολίαστο ή μη επαρκώς εμβολιασμένο βρέφος/παιδί.