Διάγνωση

Η διάγνωση του διαβήτη βασίζεται στη μέτρηση των επιπέδων της γλυκόζης (σακχάρου) αίματος. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει θέσει κριτήρια και συνιστά η διάγνωση του διαβήτη να βασίζεται στα αποτελέσματα από τουλάχιστον δύο δοκιμασίες ελέγχου γλυκόζης του αίματος.

Τα κριτήρια για τη διάγνωση του ΣΔτ2 είναι τα εξής

  • Σάκχαρο νηστείας
    • Ο ασθενής δεν πρέπει να έχει φάει για τουλάχιστον 8 ώρες πριν την εξέταση αίματος. Για ένα άτομο χωρίς διαβήτη, οι φυσιολογικές τιμές του σακχάρου νηστείας είναι κάτω από 100 mg/dL. Όταν ο μεταβολισμός του σακχάρου διαταραχθεί, οι τιμές αυτές αυξάνουν σταδιακά, μέχρι που το σάκχαρο νηστείας ξεπερνά τα 125mg/dL. Τιμές σακχάρου νηστείας πάνω από 126 mg/dL σημαίνουν πιθανά την ύπαρξη διαβήτη.
    • Μικρή αύξηση στο σάκχαρο μπορεί να οφείλεται και σε άλλους παράγοντες όπως λοίμωξη, τραύμα και άλλες στρεσογόνες αιτίες. Κατ’ επέκταση μια τιμή σακχάρου νηστείας πάνω από 126 mg/dL θα πρέπει να επιβεβαιωθεί με επανάληψη της μέτρησης σε διαφορετική μέρα.
  • Δοκιμασία ανοχής γλυκόζης από το στόμα ( «καμπύλη σακχάρου»)
    • Αφού ληφθεί μία μέτρηση σακχάρου σε κατάσταση νηστείας, χορηγούνται στον εξεταζόμενο 75 γραμμάρια γλυκόζης σε νερό. Στη συνέχεια μετριέται το σάκχαρο στις επόμενες 2 ώρες.
    • Αν η τιμή του σακχάρου, 2 ώρες μετά την κατανάλωση γλυκόζης, είναι πάνω από 200 mg/dL, τότε αυτό αποτελεί κριτήριο διάγνωσης διαβήτη.
  • Τυχαία μέτρηση του σακχάρου
    • Ανεξάρτητα από την ώρα της ημέρας ή τη λήψη φαγητού, μία τυχαία τιμή σακχάρου αφορά στιγμιαίους παράγοντες όπως το είδος της τροφής που καταναλώθηκε ή την σωματική άσκηση που μπορεί να προηγήθηκε. Επίσης μπορεί να διαφέρει από μια επόμενη μέτρηση, ακόμη και αν η χρονική απόσταση των δύο μετρήσεων είναι πολύ μικρή. Ωστόσο, έχει σημασία η διερεύνηση μιας τυχαίας μέτρησης πάνω από 200 mg/dL όταν το άτομο αναφέρει και συνοδά συμπτώματα διαβήτη.

Σημαντικό! Όταν συνυπάρχουν ταυτόχρονα υψηλές τιμές σακχάρου νηστείας (100-125mg/dL) και διαταραγμένη ανοχή στη γλυκόζη κατά την καμπύλη σακχάρου (140-199mg/dL), ο κίνδυνος εκδήλωσης ΣΔτ2 στο άμεσο μέλλον είναι πολύ υψηλός.

Γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη

  • Η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη (HbA1c) είναι μια ειδική εξέταση αίματος και μετρά το ποσοστό της αιμοσφαιρίνης του αίματος στην οποία έχει προσκολληθεί γλυκόζη. Η μέτρηση αυτή δείχνει τις διακυμάνσεις των τιμών του σακχάρου τους τελευταίους 3 μήνες πριν την εξέταση.
  • Φυσιολογικά, ένα υγιές άτομο εμφανίζει τιμή μικρότερη του 5.6%. Όταν υπάρχει προδιάθεση για σάκχαρο (προδιαβήτης), η τιμή αυξάνεται μεταξύ του 5.7-6.4%. Όταν ένας ασθενής εμφανίζει ΣΔτ2 η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη συνήθως ξεπερνά το 6.5%.
  • Για τη διάγνωση ενός ατόμου, η μέτρησή της αξιολογείται συνδυαστικά με τις μετρήσεις σακχάρου του αίματος.
  • Μπορεί να επηρεάζεται από παθήσεις όπως η μεσογειακή και η δρεπανοκυτταρική αναιμία, η ανεπάρκεια βιταμίνης Β12, η ανεπάρκεια σιδήρου, νεφρική δυσλειτουργία κ.ά.

Συμπληρωματικές εξετάσεις

Λειτουργούν συμπληρωματικά στους παραπάνω ελέγχους και αφορούν ανάλυση ούρων (παρουσία γλυκόζης), μέτρηση κετονών και έλεγχο των τιμών των λιπιδίων του αίματος πχ. χοληστερίνη.

Πέραν των μετρήσεων-ελέγχων, και της επανάληψης αυτών αν χρειαστεί, ο ασθενής θα πρέπει να ερωτηθεί και για το αν  παρουσιάζει συμπτώματα διαβήτη. Επίσης, σημαντική είναι και η αναλυτική εκτίμηση του ιστορικού και της καθημερινότητας του ασθενούς.