Ορισμός
Η οστεοπόρωση είναι μια νόσος φθοράς των οστών. Αποτελεί τη συχνότερη πάθηση των οστών και χαρακτηρίζεται από μικρή οστική μάζα και χαμηλή ποιότητα στη δομή των οστών. Τα «πορώδη οστά» είναι κατά συνέπεια αδύναμα και πιο ευάλωτα σε κατάγματα.
Η οστεοπόρωση δημιουργείται όταν δεν έχει αποκτηθεί το μέγιστο επίπεδο της κορυφαίας οστικής μάζας ενός ατόμου (πχ. λόγω κάποιου παράγοντα κινδύνου) ή/και όταν ο ετήσιος ρυθμός οστικής απώλειας είναι μεγαλύτερος από τον αναμενόμενο. Έτσι υπάρχει συνεχής απώλεια οστικής μάζας και μικρότερος ρυθμός αναπλήρωσής της.
- Εκτιμάται ότι 200 εκατομμύρια άτομα έχουν οστεοπόρωση σε παγκόσμια κλίμακα.
- Η οστεοπόρωση είναι συχνότερη στις γυναίκες από ό,τι στους άνδρες και η συχνότητά της αυξάνει με την ηλικία. Σύμφωνα με επιδημιολογικές μελέτες διάφορων χωρών, η οστεοπόρωση προσβάλλει το 25-35% των γυναικών και το 15-20% των ανδρών ηλικίας άνω των 50 ετών.
- Στην Ελλάδα, μελέτη του Ελληνικού Ιδρύματος Ρευματολογικών Ερευνών έδειξε ότι 28,4% των Ελληνίδων άνω των 50 ετών παρουσιάζουν οστεοπόρωση και 75% αυτών δεν το γνώριζαν.